Βρέχει. Μια μανιασμένη βροχή. Μια βροχή λυσσασμένη. Σκοτίδιασε ο τόπος όλος. Οι πόρτες σφάλισαν, σφάλισαν και τα παράθυρα. Τα κεπέγκια και τα στόρια σφαλισμένα κι αυτά. "Αγριεμένο το σκυλί γαβγίζει τη φωνή του". Που να βρω να κουρνιάσω τώρα μες την καταχνιά;
Θέλω να πάω σπίτι μου. "Χίλια μύρια κύματα μακριά τ' Αιβαλί". Κουράστηκα και χάνω το δρόμο μου. Δεν βρίσκω τον δρόμο μου. Χάθηκε ο δρόμος μου. Εσβησε.
Θέλω να γυρίσω σπίτι μου και φοβάμαι. Φοβάμαι τη βροχή και τ' αστροπελέκια. "Ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή;" Δεν μπορώ να βρω το σπίτι μου. Το 'χασα. Δεν ξέρω ποιο είναι το σπίτι μου. Δεν ξέρω αν έχω σπίτι. Δεν ξέρω αν δικαιούμαι να έχω σπίτι. Δεν ξέρω αν δικαιούμαι.
Αστροπελέκια. Καλάσνικωφ και Τοκάρεφ. 5,45 και 7,62. Στο σκοτάδι κινούνται αθέατοι. Και ρίχνουν αστροπελέκια. Σε εισόδους κτιρίων, σε καφενεία, σε στάσεις λεωφορείων. Στήνουν ενέδρες. Αναδροι και ελεεινοί. Βομβαρδίζουν αμάχους. Γέροντες, γυναίκες και παιδιά. Γυναικόπαιδα βομβαρδίζουν. Με νόμους και συμφωνίες. Ολους μας βομβαρδίζουν. Με φόβους και ψέμματα. Οπου νάναι θα στήσουν και όλμους.
Τον χειμώνα θα μας γενοκτονήσουν. Θάναι βαρύς αυτός ο χειμώνας. Πολύ βαρύς. Θα μας κόψουν τη δόση. Σχεδιάζουν να μας κόψουν την δόση. Τι ντροπή και πως να την αντέξεις, αντέχεται; Τι αξιοπρέπεια πια; Ενας λαός με τσακισμένη αξιοπρέπεια. Με δόσεις ζούμε σαν εξαρτημένοι. Σαν ημιθανείς με οξυγόνο και σωληνώσεις. Μας έχουν στο χέρι. Θα τρώμε σκουπίδια κι ο ένας τον άλλον τον χειμώνα. Θα τρώμε φωτοβολταϊκά. Φοβάμαι ότι θα μας κόψουν την δόση καταχείμωνο. Πάει μας έχουν στο χέρι.
Πατρίδα, ελευθερία, δημοκρατία, άνθρωπος, λαός, φυλή, έθνος, γένος, ιστορία, μνήμες, μέλλον και παράδοση, όλα αυτά που είναι ένα κι αξεχώριστο, που πρέπει να είναι ένα κι αξεχώριστο, έγιναν "κομμάτια κι αποσπάσματα". Εγιναν εχθροί αφίλιωτοι, πολέμιοι κι αντίπαλοι. Εγιναν μπουκιά στο πιάτο των ανόμων. Εδεσμα στα τραπέζια των ανελέητων ανθρωποφάγων. Εμπόρευμα των ελεύθερων αγορών. Διακύβευμα των εθνικών πολιτικών, των επιδέξιων παζαριών και της φρίκης των λόγων και των συμφωνιών τους.
Ο λαός μου έχασε τον δρόμο του. Μαζί κι εγώ. Ο λαός μου έχασε την περπατησιά του. Το βήμα του. Εδώ και χρόνια. Χρόνια πολλά. Δεν ξέρει τι ακολουθεί και ποιον. Δεν ξέρει ποιον να ακολουθήσει. Δεν έχει κανέναν να ακολουθήσει. Απεγνωσμένος. Δεν έχει εμπιστοσύνη στους αρχόντους του. Που ανοίξαν πάλι την πόρτα στους εχθρούς. "Σπαθιά κρατούσαν οι οχτροί, και μεις τα πήραμε για φυλαχτά". Ο λαός μου φοβάται τους αρχόντους του πιο πολύ απ' τους εχθρούς του.
Καρτεράμε. Καρτεράμε στα πεζούλια μας καθισμένοι. Να ξαναπλαστεί ο έλληνας μέσα μας. Να ξαναγεννήσει τον ήρωα. Τον Σπαρτιάτη. Τον Διγενή, τον ΔημοΓιώργο, τον Κάστωρα και τον Πολυδεύκη. Τον Καραισκάκη και τον Προμηθέα. Τον ήρωα. Τον άγιο. Το σφαχτάρι.
Αυτόν που θα γίνει κουρμπάνι.
Αυτόν που θα πάρει τη σημαία και το λάβαρο.
Αυτόν που κουβαλάμε όλοι μέσα μας.
Τον γιό που τον γεννούν οι μάνες μας. Τον αδερφό που καμαρώνουν οι θυγατέρες μας. Γενιά με γενιά.
Τον αποφασισμένο. Τον έλληνα.
Καρτεράμε να ξαναγεννηθεί ο έλληνας ήρωας μέσα μας.
Τίποτ' άλλο δεν έχουμε. Μόνο τον εαυτό μας. Και τον διπλανό μας έλληνα.
Τον διπλανό μας έλληνα.
"Πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς"
Θραξ Αναρμόδιος
ΥΓ. Εδώ η μουσική υπόκρουση
Κυριακή 25 Ιουλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου