Ως μη έχων ειδικές γνώσεις περί οικονομίας και τα σχετικά με την οικονομία τεχνικά ζητήματα κατατάσσω τον εαυτό μου στους αδαείς. Οπως δηλαδή είμαι αναγκασμένος να κάνω και με πολλά άλλα θέματα για τα οποία δεν διαθέτω κάποια ειδική τεχνική γνώση.
Βρίσκομαι λοιπόν σε δυσχερή θέση όταν χρειάζεται να εκφράσω την άποψη και την γνώμη μου για ένα τέτοιο ζήτημα όπως η λειτουργία της οικονομίας. Από τη μια η εκσυγχρονισμένη θεώρηση περί λειτουργίας του δημοκρατίας απαιτεί να έχει κανείς ειδική τεχνική γνώση των ζητημάτων όταν πρόκειται να εκφέρει άποψη. Από την άλλη, οι παλαιόθεν εφευρέτες και κατέχοντες την σχετική περί δημοκρατίας πατέντα πρόγονοι, επιμένουν ότι όλοι οι πολίτες έχουν δημοκρατική υποχρέωση να συμβάλλουν με απόψεις και τοποθετήσεις στον δημόσιο δημοκρατικό διάλογο. Είναι ένα προσωπικό αδιέξοδο τελικά αυτό στο οποίο ευρίσκομαι.
Ενθυμούμενος όμως την ηρωϊκή ρήση ότι “στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα”, σκέφθηκα να προβάλλω το επιχείρημα ότι σε έναν δημόσιο διάλογο δεν έχουν αξία και βαρύτητα μόνο οι απόψεις και οι γνώμες αλλά και οι απορίες. Ναι οι απορίες. Ακόμη και των αδαών. Ωστε να έχω και εγώ κάτι να συνεισφέρω. Και για να διατηρήσω κάπως το δημοκρατικό μου δικαίωμα να ζητώ και να λαμβάνω τον λόγο. Ελπίζοντας πως εκφράζοντας απορία και όχι γνώμη ούτε τους εκσυγχρονιστές δημοκράτες που απαιτούν πιστοποιητικά επιστημονικής κατάρτισης πριν από την έκφραση γνώμης θα εξοργίσω, ούτε όμως και θα παρεκκλίνω από τις προγονικές δημοκρατικές προσταγές.
Υπάρχει λοιπόν το γνωστό θεώρημα ότι μία ελεύθερη αγορά αυτορυθμίζεται. Με τέτοιο τρόπο μάλιστα, ώστε στο τέλος οι δυνάμεις του ανταγωνισμού σε συνδυασμό με τις δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης να λειτουργήσουν προς όφελος του πολίτη καταναλωτή. Οτι δηλαδή αν ο έμπορος Α πωλεί το εμπόρευμα E στην τιμή T και ο έμπορος Β πωλεί το ίδιο εμπόρευμα E στην τιμή T – X τότε θα αναγκαστεί, λόγω των ανωτέρω δυνάμεων, και ο έμπορος Α να χαμηλώσει την τιμή πώλησης του εμπορεύματος Ε, ώστε να παραμείνει “ανταγωνιστικός”. Και εν τέλει ωφελημένος από αυτή την πτώση των τιμών που επιβάλλει ο από μηχανής θεός ανταγωνισμός, θα βγει ο πολίτης καταναλωτής.
Δεν τολμώ να εκφράσω ανοιχτά την βαθύτατή μου δυσπιστία προς το ανωτέρω θεώρημα για λόγους που ήδη εξήγησα. Είμαι όμως αναγκασμένος, για να μην αδικήσω και την λογική, να ερωτήσω: υπάρχει κάποια απόδειξη για το παραπάνω θεώρημα;
Το ερώτημά μου δεν είναι καθόλου ρητορικό. Η προσωπική μου εμπειρία λέει ότι οι τιμές των διαφόρων αγαθών πάντα αυξάνονται. Σε μία μάλιστα πρόχειρη έρευνα που διενήργησα μεταξύ γειτόνων συμπολιτών μου είχαν και εκείνοι την ίδια γνώμη και ουδείς διαπίστωσε κάποια άξια λόγου πτώση των τιμών κατά την διάρκεια της ζωής του. Ακόμη και οι πρεσβύτεροι.
Προσπαθώντας να κάνω τον “δικηγόρο του διαβόλου”, υπενθύμισα σε ορισμένους ότι, για παράδειγμα, μετά την απελευθέρωση της τηλεφωνίας απολαμβάνουμε όλοι, λόγω της δυνάμεως του ανταγωνισμού, χαμηλώτερες τιμές στις υπηρεσίες κινητής και σταθερής τηλεφωνίας. Και ακόμη ότι μετά την εμφάνιση των αλυσίδων πολυκαταστημάτων μας διατέθηκε ένας ολόκληρος κόσμος από αγαθά σε πολύ προσιτές τιμές.
Μου αντέτειναν, μερικοί μάλιστα επιτιμώντας με, ότι “δεν ξέρω τι μου γίνεται, διότι αν ήξερα, τότε γιατί με τόσες προσιτές τιμές και τόσα φτηνά τηλέφωνα και χίλια δυο, το μηνιάτικο εξανεμίζεται από την πρώτη κιόλας εβδομάδα”.
Δεν μπόρεσα να απαντήσω στο αντιεπιστημονικώτατα διατυπωμένο ερώτημά τους. Υπάρχει άραγε απάντηση στο δικό μου;
.
Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου